Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

Άλλο η μαμά μου κι άλλο ο μπαμπάς μου

Εάν είναι η μαμά αυτή που έχασε τη δουλειά της, ανεξάρτητα από το τι της συμβαίνει «προσωπικά», στα μάτια των παιδιών της ευνοείται σε σχέση με τον μπαμπά χωρίς δουλειά.

Το μοντέλο της μαμάς που έπαψε να εργάζεται, δεν ανατρέπεται στο σύνολό του. Το παιδί της παύει να βλέπει στη μαμά του την «εργαζόμενη μαμά» αλλά συνεχίζει να βλέπει την «μαμά-μαμά», την «μαμά-φίλη που παίζουμε μαζί», την «νοικοκυρά-μαμά που μας φροντίζει», την «μαμά-γυναίκα του μπαμπά» και τους πολλούς άλλους ρόλους-μαμά που έχει στην γκαρνταρόμπα της κάθε εργαζόμενη μητέρα. Δεν λήγουν αυτοί οι ρόλοι και στην καλύτερη περίπτωση επαυξάνονται λόγου διαθέσιμου χρόνου και ενέργειας.

Έτσι, δικαιολογημένα, ιδιαίτερα αν η άνεργη μητέρα έχει την ικανότητα και αντοχή οσιομάρτυρα να μην περάσει τα «προσωπικά» της προς τα κάτω στα παιδιά της, πολλά παιδάκια θα καταλήξουν ευχαριστημένα ότι τώρα είναι καλύτερα που η μαμά τους δεν εργάζεται. Θα ευχηθούν μάλιστα μπροστά της «μακάρι να μην πας ποτέ πάλι πίσω στη δουλειά» αγνοώντας τι της εύχονται.

Η μη-εργαζόμενη εργαζόμενη μητέρα είναι κοινωνικά αποδεκτή, ίσως και ευπρόσδεκτη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται το παιδί. Βλέπει το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον της μητέρας του να την εκτιμάει ως «άξια» αν και δεν εργάζεται / αμείβεται. Σε αντίθεση με τον πατέρα του, εάν έχει το παιδί εμπειρία από πατέρα χωρίς δουλειά. Η ανελέητη για τον άνδρα σύγκριση είναι σύγκρουση με το κοινωνικό τείχος που γράφει απαξιωτικά graffiti για κάθε άντρα που δεν κυνηγάει μια δουλειά και δεν στηρίζει οικονομικά το σπίτι του.

Ο μπαμπάς που χάνει τη δουλειά του, είναι άλλη ιστορία. Κι ένα μικρό παιδί μπορεί να δει αυτό που βλέπει ο μπαμπάς του:

Βλέπει ότι αντί να λείπει στη δουλειά όπως «πριν», ο μπαμπάς του παίζει τα οικιακά και παίζει και τη μαμά, δύο άγνωστά του παιχνίδια «για κορίτσια». Το βλέπει ότι ο μπαμπάς του τα θεωρεί βαρετά, ότι του επιβλήθηκαν με το ζόρι ενώ αυτός άλλα κάνει όρεξη. Αντιλαμβάνεται ότι ο μπαμπάς του δεν ξέρει τι να κάνει τον χρόνο του που κανονικά θα έπρεπε να ήταν στη δουλειά.

Μυρίζει στον αέρα την έκρυθμη κατάσταση στο σπίτι. Βλέπει τον μπαμπά του να παίζει πλέον μόνο στο γήπεδο του σπιτιού του, που για κάποιους μπαμπάδες είναι ψιλοάγνωστο ή και αντίπαλο. Ακούει τον μπαμπά του να κατακρίνει την ελλιπή διαιτησία (Πολιτεία) και τον παρακολουθεί πώς διαβάζει με ικανοποίηση τα μύρια όσα κακά γράφονται γι’ αυτήν στις εφημερίδες. Βλέπει ότι ο μπαμπάς του δίνει έναν αγώνα με «εχθρικές» κερκίδες (κοινωνικό περιβάλλον) και πλήθος βαριεστημένους θεατές (τέως συνεργάτες, τέως φίλους) που χασμουριούνται όταν ο μπαμπάς του πέφτει.

Βλέπει τον μπαμπά του να δυστυχεί.

Αυτό που το παιδί δεν μπορεί να δει, γιατί είναι παιδί και δεν φτάνει μέχρι εκεί πάνω, είναι ότι αυτόν τον μοναχικό παίκτη μπαμπά του μπορεί κάτι καλό να τον περιμένει: Στην σύντροφό του, να τον περιμένει ο ένας αλλά φανατικός οπαδός που θα τον στηρίζει και εμψυχώνει κόντρα στο σκορ! Που ως «μαμά-στήριγμα της οικογένειας», θα έχει μαζί της φέρει τα παιδιά στο γήπεδο. Για να είναι όλοι μαζί στον αγώνα του μπαμπά.

Σκέψη στο περιθώριο
Όλοι για έναν, ένας για όλους!

Ένα ακόμη από τα κείμενά μου για την ανεργία

Τετάρτη 18 Μαΐου 2011

Τι θα γίνει η αυριανή Πολιτεία όταν μεγαλώσει;

Ο νόμος της γονικής βαρύτητας αφορά και την Πολιτεία. Αφορά την σχέση της με την αμέσως επόμενη γενιά-Πολιτεία που θα τη διαδεχθεί.

Η επόμενη Πολιτεία θα έχει πάρει γονιδιακά χαρακτηριστικά της δικής μας Πολιτείας, όμορφα και λιγότερο όμορφα. Φοβούμαι πως ίσως έχει να πάρει και κάποια αναπηρία.

Μαζί με τα κινητά και ακίνητα, η αυριανή Πολιτεία που ήδη κυκλοφορεί σήμερα με καροτσάκι μπεμπέ, όταν ενηλικιωθεί θα έχει να κληρονομήσει επίσης νούμερα στατιστικά και ένα βαρύ ντοσιέ με φωτογραφίες ανέργων προγόνων.

Παίζοντας η μικρή Πολιτεία την «μεγάλη», αν μιμείται μια άνεργη Πολιτεία δεν θα μας βγει σε καλό. Τα παιδιά κάνουν το λάθος να κοπιάρουν κάθε τι «κακό» που βλέπουν. Μια άνεργη Πολιτεία δεν αποτελεί το σωστό μοντέλο. Ας ελπίσουμε ότι η μικρούλα θα διακρίνει στην Πολιτεία-μαμά της το καλό, το υγιές μοντέλο μιας Πολιτείας που εργάζεται και προκόβει.

Πέρα από μοντέλο προς μίμηση, η σημερινή Πολιτεία θα λειτουργήσει κι ως γονικό πρότυπο για την επόμενη χρονικά Πολιτεία. Συνειδητά, υποσυνείδητα και ασυνείδητα, η επόμενη Πολιτεία μας θα αντιγράψει από το πώς βάζει τα παπούτσια της η τρέχουσα Πολιτεία ως το πώς φροντίζει τα παιδιά της. Από το γονικό πρότυπο της μικρούλας Πολιτείας επομένως εξαρτάται η ψυχική υγεία της και η ψυχική υγεία μας.

Δεν θέλω να σας αγχώσω ούτε να σας πιέσω αλλά ήδη, αυτή την στιγμή, η Πολιτεία των παιδιών μας με επιτόπου πηδηματάκια για ζέσταμα στον στίβο της ζωής αναμένει να παραλάβει την σκυτάλη που θα της παραδώσει ασθμαίνουσα η Πολιτεία που τρέχει τώρα. Πάνω στην σκυτάλη είμαστε γαντζωμένοι κι όλοι εμείς, άνεργοι και μη. Μη ακόμη άνεργοι.

Σκέψη στο περιθώριο
Έχει ανοιχθεί τραπεζικός λογαριασμός για την επόμενη Πολιτεία, για όταν μεγαλώσει.

Από τα κείμενά μου για την ανεργία

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Η μαμά μου είναι ανισόρροπη

Το ρολόι της μαμάς σου, χρυσό μου, ήταν σεταρισμένο με ακρίβεια ελβετικού ρολογιού. Το 1/3 της ημέρας της + χρόνος μεταφοράς ήταν δοσμένο στον εργοδότη της. Το άλλο 1/3 και βάλε ήταν αφιερωμένα σε σένα και τον μπαμπά. Και ό,τι περίσσευε για ύπνο. Αυτό οι μεγάλοι το λέμε «ισορροπία». Ισορροπία στο σκοινί αλλά η μαμά είναι τέλεια ακροβάτης! Όχι ... δεν δούλευε σε τσίρκο ... άσ’ το το πού δούλευε!

Λοιπόν, αυτό το 1/3 της δουλειάς τώρα, λίγο χιλιομαδημένο από την χρήση, της το έδωσαν πίσω και της είπαν «κάν’ το ό,τι θες. Εμένα δεν μου χρειάζεται άλλο». Αυτό το 1/3 του χρόνου της είναι που κρατάει αυτές τις μέρες στα χέρια της η μαμά σου και δεν έχει πολύ χώρο η αγκαλιά της και για σένα. Θα πρέπει να περιμένεις να το ακουμπήσει κάπου και, αν θέλεις αυτό να γίνει πιο γρήγορα, θα πρέπει, ματάκια μου, να τη βοηθήσεις.

Φαντάσου το έτσι, για να παίξουμε, ότι το 24ωρο της εργαζόμενης μητέρας είναι μια τραμπάλα. Στη μια θέση η οικογένεια, απέναντί της η δουλειά. Οικογένεια και δουλειά τόσα χρόνια έκαναν τραμπάλα μια χαρούλα. Πέρναγε ο καιρός. Μία η οικογένεια ψηλά στον ουρανό και η δουλειά στα κάτω της, μία αντίθετα, η οικογένεια έτρωγε το χώμα. Μέχρι που η Δουλίτσα κατέβηκε από την τραμπάλα κι έφυγε και δεν υπάρχει άλλο παιδάκι στις κούνιες τώρα. Τι να κάνουμε; Να κλαίμε; Δεν υπάρχει κάτι άλλο να κάνουμε πέρα από λουλουδάκια να μαδάμε στα παρτέρια; Δεν υπάρχουν άλλες Δουλίτσες, ε, μέχρι να ‘ρθουν, κάτι άλλο ωραίο θα βρούμε για να περάσουμε τον χρόνο μας!

Αυτό, το τι θα κάνουμε τώρα, μόνοι μας, χωρίς τη δουλειά της μαμάς, έλα να το βρούμε μαζί. Θέλω να με βοηθήσεις να φτιάξουμε τη μέρα της μαμάς από την αρχή, κρατώντας το 1/3 της Δουλίτσας για πάρτη μας. Μην είμαστε χαζοί. Εάν, τότε, περνάγαμε καλά με τον χρόνο που είχε η μαμά για την οικογένειά της, θα περάσουμε δυο φορές καλά τώρα που έχει δυο φορές χρόνο!

Μην κρίνεις τη μαμά με το πώς είναι αυτές τις μέρες, καρδούλα μου. Την σκούντησαν στη δουλειά και παραπατάει. Θα ξαναβρεί την ισορροπία της. Θέλει τον χρόνο του το πράγμα. Εσύ, όταν ματώνεις το γόνατό σου, θυμάσαι πόσες μέρες μετά μού ζητάς τσιρότα; Στο τέλος όμως πάντα γίνεσαι καλά! Σου μένει σημάδι, αλλά είσαι καλά. Έτσι θα συμβεί και με τη μαμά!

Σκέψη στο περιθώριο
Ο μπαμπάς σου να δεις, χρυσό μου, πόσο θα ήταν ανισόρροπος!

Από τα κείμενά μου για την ανεργία

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Όταν το επαγγελματικό κοστούμι κρεμιέται στην ντουλάπα

Επιστρέφεις λοιπόν στο σπίτι, λες ένα βαρύ «γεια» αν υπάρχει κανένας να σε ακούσει και πας στην κρεβατοκάμαρά σου να αλλάξεις ρούχα. Να βάλεις «κάτι για το σπίτι». Κρεμάς το κοστούμι / ταγιέρ που φοράς στο γραφείο, στην άδεια κρεμάστρα που το περιμένει.

Η κρεμάστρα θα έχει τη χαρά να μην το στερηθεί την επόμενη μέρα. Ούτε την επόμενη εβδομάδα. Αν είναι τυχερή, θα το κρατήσει για όλη την σεζόν.

Εάν η διακοπή της εργασίας είναι παροδική, μια ανάπαυλα ανάμεσα σε δύο δουλειές ας πούμε, η ζωή στη ντουλάπα σας δεν αλλάζει ρυθμό. Δεν προλαβαίνουν να ξεμάθουν τα άδεια μανίκια την αφή της σάρκας σας.

Όταν η παύση είναι διαρκείας, τότε τα πράγματα -και στην ντουλάπα- αλλάζουν. Το πρώτο κοστούμι/ταγιέρ στην σειρά, οπισθοχωρεί. Χάνει έδαφος και, κρεμάστρα-κρεμάστρα, μέρα-μέρα, υποχωρεί προς την αθέατη πλευρά των ρούχων, παρασύροντας, ντόμινο, τα σε ακόμη χειρότερη θέση θύματα δεύτερο και τρίτο επαγγελματικό κοστούμι/ταγιέρ. Χωρίς να έχετε ασφαλώς την πρόθεση, γίνεστε ο δράστης, ή παρατηρητής, μιας ολοκληρωτικής ανταλλαγής πληθυσμών ανάμεσα στα ρούχα σας, που όπως όλες στην Ιστορία οφείλονται σε οικονομικά αίτια. Τα πουκάμισα με λευκό κολάρο σκουντιούνται πίσω από επιθετικά καρό πουκαμισάκια. Η μετατόπιση είναι πολιτισμική.

Δεν αργεί η μέρα που όπως ξεφυλλίζετε τα ρούχα σας στην ντουλάπα, ξεκινώντας το βλέμμα σας την καθιερωμένη του πτήση αναγνώρισης από αριστερά ή δεξιά, βρίσκεστε μπροστά σε μια Νέα Ντουλάπα όπου δεσπόζει το κάζουαλ.

Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στα παπούτσια. Οι γόβες-στιλέτο, που έχουν λιώσει αποτσίγαρα και αποτσίγαρα με χρυσό περιλαίμιο, που έχουν σκίσει μοκέτες και μοκέτες, που έχουν βυθιστεί σε δερμάτινα ανδρικά μοκασίνια και μοκασίνια, άοπλες, παραδίδονται σε ένα λόχο μπαλαρινέ παπουτσιών σε ευδιάθετα χρώματα που προκαλούν σε όποια τα φοράει απροσδιόριστη ευεξία.

Υπάρχει ένα τυχερό επαγγελματικό κοστούμι-ταγιέρ που γλιτώνει την προσφυγιά. Είναι αυτό που επιλέξατε για τις συνεντεύξεις σας σε υποψήφιους νέους εργοδότες. Ονομάζεται «η φορεσιά των ίντερβιους». Ποιος είναι ο τυχερός, προδίδεται από τη θέση του στην ντουλάπα. Τιμητική θέση. Εξέχουσα. Σε απόσταση από τον συνωστισμό της πλέμπας κρεμαστρών, για να παραμείνει ατσαλάκωτο.

Αγνοούν τα απορριφθέντα κοστούμια/ταγιέρ, ότι η «φορεσιά των ίντερβιους» δεν περνάει και πολύ καλά μαζί σας στα ίντερβιους. Στο κουτσομπολιό των ρούχων που αρχίζει με το που κλείνετε την πόρτα της ντουλάπας σας, αμελεί μεγαλόψυχα να σας περιγράψει στα άλλα ρούχα ότι στις συνεντεύξεις είστε αγνώριστος, ένα σουρωτήρι εφίδρωσης.

Η εκδίκηση των άλλων επαγγελματικών κοστουμιών/ταγιέρ δεν θα αργήσει. Αργά ή γρήγορα θα έχουν τη χαρά να το χλευάσουν φορεμένο σε ένα σώμα ένα-δυο νούμερα μεγαλύτερο.

Κι εσείς στον καθρέφτη το ίδιο θέαμα θα δείτε. Τον εαυτό σας που το ‘χει ρίξει στο φαΐ, να φοράει το βαφτιστικό του επαγγελματικό κουστουμάκι που κουμπώνει με δυσκολία. Αν έχετε καλή μνήμη και σας αρέσουν αυτά, δεν θα σας ξεφύγει η ανάμνηση του εαυτού σας παιδί όταν σας έπαιρνε η μαμά σας από το χέρι για την αγορά λέγοντας «μεγάλωσε το γαϊδουράκι – μίκρυνε το σαμαράκι».

Με την επάνοδό σας στη δουλειά θα γίνει αυτόματα και η επάνοδος των επαγγελματικών κοστουμιών/ταγιέρ ξανά στην εμπροσθοφυλακή. Ολική επαναφορά με νέα πολιτισμική μετατόπιση των αντίπαλων πληθυσμών της ντουλάπας. Το κάζουαλ θα καταποντιστεί ξανά στο Σαββατοκύριακο.

Αν αυτή η μάχη δεν γίνει σύντομα, που σημαίνει ότι η ανεργία γίνει χρόνια, παραμονεύει ένας άλλος επικίνδυνος κίνδυνος να τρυπώσει στην ντουλάπα σας: Η Μόδα. Θα πετάξει τα επαγγελματικά σας ρούχα όχι ως πρόσκαιρα αζήτητα αλλά ως, στο εξής, μόνιμα ξεπερασμένα. Επαγγελματικά «ντεμοντέ».

Σκέψη στο περιθώριο
«Η μόδα επιστρέφει» και «τα ρούχα δεν κάνουν τον άνθρωπο». Λένε.

Το πρώτο μου κείμενο για την ανεργία