Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Νοσταλγία. (Προσοχή: Η λέξη περιέχει "άλγος")

Υπάρχει μια ελληνική λέξη που θα την θυμηθούμε θέλοντας και μη:
Νοσταλγία.
Υπάρχουν λέξεις που ξαναέγιναν διάσημες. Όπως η επιμήκυνση για παράδειγμα, που είχαμε να χρησιμοποιήσουμε χρόνια, περίπου σαν το παλτό της μαμάς μας που κρεμόταν στην ντουλάπα με την ναφθαλίνη. Μέσα σε αυτές τις λέξεις που βγάλαμε και αερίσαμε, η νοσταλγία σε λίγο θα φιγουράρει ξανά.
Όλοι μας θα ντυθούμε νοσταλγία.
(Και δεν θα είναι Απόκριες.)
Παλιά ο κόσμος γύριζε τα αντρικά κοστούμια μέσα-έξω για να κρυφτούν οι γυαλάδες και να ξαναδείξουν τα υφάσματα καινούργια, και οι νοικοκυρές έστριβαν τα παλιά χαλιά στο σαλόνι για να μην φαίνεται το ξέφτισμα από τα πόδια των επίπλων. Πάντα υπήρχε ένας αξιοπρεπής τρόπος οι φτωχοί άνθρωποι να δείχνουν πως πορεύονται καλά.
Αυτή την εποχή δεν πορευόμαστε καλά. Και στο μέλλον, όπως δείχνουν τα πράγματα, θα πορευόμαστε χειρότερα. Το ομαδικό ερώτημα «πώς θα πορευτούμε» το οποίο ακούγεται τόσο συχνά και τόσο μαζικά ώστε έχει φτάσει να υψώνεται πάνω από όλη την Ελλάδα σαν την μπουρμπουλήθρα του πνιγμένου στη θάλασσα (δεν υπάρχουν αρκετές πισίνες), είναι κουτσουρεμένο. Η …επιμηκυμένη διατύπωσή του είναι «πώς θα πορευτούμε ευτυχισμένοι».
Η χαρά δεν είναι νοστιμιά. Είναι βασικό είδος διατροφής. Είναι φως (χαρούμενα πρόσωπα), συμπεριφορά, θετική ενέργεια, ώθηση, κινητήριος δύναμη. Είναι και δικαίωμα. Σαφώς είναι δικαίωμα! Μια Πολιτεία δεν οφείλει μόνο να παρέχει συνθήκες επιβίωσης των πολιτών της, να τους πετάει Καποδιστριακές πατάτες από το κοφίνι, αλλά να τους κάνει ευτυχισμένους, περήφανους και δημιουργικούς.
Μόνο ευτυχισμένους, περήφανους, δημιουργικούς ανθρώπους δεν βλέπω στο μετρό και στους δρόμους! Ανάμεσα στα πολλά άλλα που έχουν να λογοδοτήσουν οι τριακόσιοι, είναι κι αυτό το φρικτό που προκάλεσαν: Εκατομμύρια κατεβασμένα μάτια και φοβισμένα βλέμματα.
Πολίτες που νοσταλγούν.
Η νοσταλγία είναι τόσο πονεμένη λέξη που οι ξένοι όταν έφτιαχναν τα λεξιλόγιά τους απέφυγαν να αγγίξουν αυτό το συναίσθημα ώστε να το ονοματίσουν λεκτικά και το πήραν ατόφιο από εμάς. Για την νοσταλγία τους χρησιμοποιούν την ελληνική λέξη. Αντιγράφω από το αγγλικό λεξικό της Οξφόρδης: Nostalgia: home-sickness, wistful longing for something one has known in the past. Αναφέρεται στο λεξικό η νοσταλγία μας σαν αρρώστια που η αιτία της είναι κάτι που είχε ο άνθρωπος κατά το παρελθόν απολαύσει και το έχασε.
Τα κατεβασμένα μάτια που έχουν κατέβει από κόπωση και φόβο είναι το ιδανικότερο σκηνικό για να παίξει η νοσταλγία. Ο μαύρος ορίζοντας, τι καλύτερη σκηνή για να ανέβει η νοσταλγία! Όλο δικό της το θέατρο!
Με την Νοσταλγία πρωταγωνίστρια στη ζωή μας το τελευταίο διάστημα, η κυβερνητική επίκληση να σφίξουμε το ζωνάρι φθηναίνει το πράγμα, αναγάγει το όλο ζήτημα στα λεφτά. Ενώ είναι στην ψυχή.
Με την ψυχή μας τι θα γίνει!
Στο μέλλον που δεν φαίνεται και στο παρόν που τσούζει, μόνο η νοσταλγία έχει να μας δώσει χαρά και, αν αυτό δεν το μάθαμε ακόμα εμείς, το γνωρίζουν τα όνειρά μας. Έχει φτάσει ήδη στο υποσυνείδητο και ανεβαίνει προς την συνείδηση. Στα όνειρά μας μάς επισκέπτονται σκηνές από το πιο χαρούμενο χθες και προχθές, γιατί ο άνθρωπος χωρίς χαρά δεν ζει, την θέλει την χαρά του, και αν εμείς φανήκαμε διατεθειμένοι να θυσιαστούμε, όμως ο κοιμισμένος εαυτός μας δεν είναι. Η νοσταλγία έχει πικρή γεύση και τη λύπη από κάτι που χάθηκε, είναι ένα συναίσθημα που θέλει τόλμη. Την μέρα που θα ξυπνήσουμε με το όνειρο που μας έστειλε η νοσταλγία και θα πούμε πως είδαμε έναν εφιάλτη, θα έχουμε νικηθεί.
Ολοσχερώς, τελεσίδικα και κατά κράτος.
(Η λέξη «κράτος» θα βγει προσεχώς από το ντουλάπι με την ναφθαλίνη.)
Τα κατεβασμένα μάτια στο μετρό και τα λεωφορεία δεν είναι επειδή κοιμόμαστε.

ΥΓ. Τα κατεβασμένα μας μάτια, φίλοι ομοιοπαθείς Ισπανοί, δεν σημαίνουν ότι στην Ελλάδα κοιμόμαστε.

(Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρον. περιοδικό «Ως3»)

Δεν υπάρχουν σχόλια: